Ύφος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
«ἡ δὲ γλαφυρὰ καὶ ἀνθηρὰ σύνθεσις, ἣν δευτέραν ἐτιθέμην τῇ τάξει, χαρακτῆρα τοιόνδε ἔχει· οὐ ζητεῖ καθ᾽ ἓν ἕκαστον ὄνομα ἐκ περιφανείας ὁρᾶσθαι οὐδὲ [p. 112] ἐν ἕδρᾳ πάντα βεβηκέναι πλατείᾳ τε καὶ ἀσφαλεῖ οὐδὲ μακροὺς τοὺς μεταξὺ αὐτῶν εἶναι χρόνους, οὐδ᾽ ὅλως τὸ βραδὺ καὶ σταθερὸν τοῦτο φίλον αὐτῇ, ἀλλὰ κεκινῆσθαι βούλεται τὴν ὀνομασίαν καὶ φέρεσθαι θάτερα κατὰ τῶν ἑτέρων ὀνομάτων καὶ ὀχεῖσθαι τὴν ἀλληλουχίαν λαμβάνοντα βάσιν ὥσπερ τὰ ῥέοντα καὶ μηδέποτε ἀτρεμοῦντα· συνηλεῖφθαί τε ἀλλήλοις ἀξιοῖ καὶ συνυφάνθαι τὰ μόρια ὡς μιᾶς λέξεως ὄψιν ἀποτελοῦντα εἰς δύναμιν. τοῦτο δὲ ποιοῦσιν αἱ τῶν ἁρμονιῶν ἀκρίβειαι χρόνον αἰσθητὸν οὐδένα τὸν μεταξὺ τῶν ὀνομάτων περιλαμβάνουσαι· ἔοικέ τε κατὰ μέρος εὐητρίοις ὕφεσιν ἢ γραφαῖς συνεφθαρμένα τὰ φωτεινὰ τοῖς σκιεροῖς ἐχούσαις. εὔφωνά τε εἶναι βούλεται πάντα τὰ ὀνόματα καὶ λεῖα καὶ μαλακὰ καὶ παρθενωπά, τραχείαις δὲ συλλαβαῖς καὶ ἀντιτύποις ἀπέχθεταί που· τὸ δὲ θρασὺ πᾶν καὶ παρακεκινδυνευμένον δι᾽ εὐλαβείας ἔχει».
Η γλαφυρήγλαφυρό και ανθηρή σύνθεση, την οποία την τοποθέτησα δεύτερη στη σειρά, έχει τον εξής χαρακτήρα: δεν ζητεί κάθε λέξη να ξεχωρίζει εντελώς ούτε όλες να προφέρονται πλατιά και στέρεα ούτε να είναι μεταξύ τους χρόνοι μεγάλοι ούτε της αρέσει καθόλου η βραδύτητα και η στασιμότητα, αλλά θέλει το λόγο να έχει κίνηση και να κυνηγά η μια λέξη την άλλη και να τρέχουν όλες μαζί με μια αλληλεξάρτηση, όπως τα τρεχούμενα νερά· κι επιζητεί να συγχωνεύονται και να συνυφαίνονται τα μέρη του λόγου, σαν να αποτελούν τη δυναμική μιας μόνο λέξης. Κι αυτό το κατορθώνουν οι αρμονικές τοποθετήσεις των λέξεων, που δεν αφήνουν κανένα αισθητό κενό μεταξύ αυτών· και μοιάζει με λεπτουφασμένα υφάσματα ή ζωγραφιές, που έχουν συνδυασμένα τα φωτεινά με τα σκιερά σημεία. Και θέλει όλες να είναι καλόφωνες και ομαλές και παρθενικές, ενώ απεχθάνονται τις τραχείες και σκληρές συλλαβές· επίσης αποφεύγει με πολλή προσοχή καθετί το αγέρωχο και τολμηρό. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Περί συνθέσεως ονομάτων ΚΓ 23, 1-21

Το ύφος στην ιστορική εννοιολογική πορεία του μεταλλάχθηκε από είδος ύφανσης σε έκφραση σύνθεσης λέξεων και στη συνέχεια ως έκφραση του προσώπου που συνοδεύει το λόγο, αλλά και ως στοιχείο συμπεριφοράς.[εκκρεμεί παραπομπή] Έτσι μιλάμε σήμερα για «αλαζονικό», «δηκτικό», «ζωηρό», «καυστικό» «περισπούδαστο», «προπετές», «ύφος μπλαζέ» ακόμα και «ύφος σαράντα καρδιναλίων». Ενώ στο γραπτό λόγο μιλάμε για αυστηρό, πομπώδες,ισχνό, τραχύ αλλά και γλαφυρό ύφος.[εκκρεμεί παραπομπή]

Απαρχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτος ο Πλάτων[εκκρεμεί παραπομπή] παραλληλίζει και συνταυτίζει την επιλογή των αξιωμάτων μέσα στην πόλη με την κατασκευή της ύφανσης «Διότι αυτό είναι ενιαίο ως συνολικό έργο της βασιλικής υφαντικής, να μην επιτρέπει ποτέ να απομακρυνθούν οι συνετοί από τους γενναίους χαρακτήρες, αλλά, πυκνώνοντας το ύφασμα μεταξύ τους με κοινές πίστεις και τιμές και γνώμες και με αμοιβαίες ανταλλαγές εγγυήσεων να κατασκευάσει από αυτούς ένα λείο και, όπως λένε, καλοδουλεμένο ύφασμα, και μετά, να εμπιστεύεται σε όλους τα αξιώματα μέσα στην πόλη»

«Tούτους δὴ τοὺς δεσμοὺς ἔλεγον ὅτι χαλεπὸν οὐδὲν συνδεῖν ὑπάρξαντος τοῦ περὶ τὰ καλὰ κἀγαθὰ μίαν ἔχειν ἀμφότερα τὰ γένη δόξαν. τοῦτο γὰρ ἓν καὶ ὅλον ἐστὶ βασιλικῆς συνυφάνσεως ἔργον, μηδέποτε ἐᾶν ἀφίστασθαι σώφρονα ἀπὸ τῶν ἀνδρείων ἤθη,ὕφασμα συνάγοντα ἐξ αὐτῶν, τὰς ἐν ταῖς πόλεσιν ἀρχὰς ἀεὶ κοινῇ τούτοις ἐπιτρέπειν».[1]

Τον τρόπο πλοκής μιας ύφανσης στη συνέχεια τον ανάγει σε σπουδαία πολιτική πράξη: «...το μεγαλοπρεπέστερο και το πιο υπέροχο ύφασμα τυλίγει όλους τους άλλους μέσα στις πόλεις, δούλους και ελεύθερους και τους συνέχει μ΄ αυτό το υφαντό και, χωρίς να παραλείψει κάτι από εκείνα που ανήκουν σε μια ευτυχισμένη πόλη, κυβερνά και επιβλέπει».

«Tοῦτο δὴ τέλος ὑφάσματος εὐθυπλοκίᾳ συμπλακὲν γίγνεσθαι φῶμεν πολιτικῆς πράξεως τὸ τῶν ἀνδρείων καὶ σωφρόνων ἀνθρώπων ἦθος, ὁπόταν ὁμονοίᾳ καὶ φιλίᾳ κοινὸν συναγαγοῦσα αὐτῶν τὸν βίον ἡ βασιλικὴ τέχνη, πάντων μεγαλοπρεπέστατον ὑφασμάτων καὶ ἄριστον ἀποτελέσασα [ὥστ᾽ εἶναι κοινόν] τούς τ᾽ ἄλλους ἐν ταῖς πόλεσι πάντας δούλους καὶ ἐλευθέρους ἀμπίσχουσα, συνέχῃ τούτῳ τῷ πλέγματι, καὶ καθ᾽ ὅσον εὐδαίμονι προσήκει γίγνεσθαι πόλει τούτου μηδαμῇ μηδὲν ἐλλείπουσα ἄρχῃ τε καὶ ἐπιστατῇ».[2]

Μετεξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη θέση του ύφους ο Διονύσιος ο Αλικαρνισσέας μεταχειρίζεται τη λέξη «σύνθεσις», ενώ πριν από αυτόν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς την λέξη «ερμηνεία».[εκκρεμεί παραπομπή] Η διαπίστωση αυτή οδηγεί ευθέως στο συμπέρασμα ότι ο όρος ύφος δεν είναι αρχαίος ελληνικός, αλλά μεταγενέστερος.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην συνέχεια παρατηρείται ότι ήδη στην εποχή του έχει επικρατήσει μια μεταφορά στην τέχνη του λόγου, δανεισμένη από την υφαντική τέχνη «...ἀξιοῖ καὶ συνυφάνθαι τὰ μόρια ὡς μιᾶς λέξεως ὄψιν ἀποτελοῦντα εἰς δύναμιν». Όπως συνυφαίνονται οι ποικίλες κλωστές και παράγεται το ύφασμα έτσι συμπλέκονται και οι διάφορες λέξεις και προτάσεις και δημιουργείται η σύνθεση. Τελικά κυριάρχησε η μεταφορά έναντι της κυριολεξίας, όπως πολύ συχνά συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, και έτσι ο τρόπος πλοκής των λέξεων και των φράσεων μεταξύ τους κατέληξε να δηλώνεται με τη λέξη ύφος σαν να λέμε ύφασμα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Την πρώτη δειλή κάπως χρήση της μεταφοράς αυτής την βρίσκουμε στον θεολόγο συγγραφέα Κλήμη τον Αλεξανδρέα σύγχρονου του Λουκιανός («Λεξιφάνης»[3] και «Σολοικιστής»), στη φράση: «το σώμα και το ύφος των λόγων».[4] Εκείνος, όμως που τη χρησιμοποιεί πλέον συνειδητά και ανεπιφύλακτα είναι ο Λογγίνος: Περί ύψους. Και από τότε γενικεύεται η χρήση της μεταφοράς και κυριαρχεί σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε να εκτοπίσει τις κυριολεξίες σύνθεσις και ερμηνεία, να τις κάμει να ξεχαστούν και η ίδια να κρύβει με αξιοθαύμαστη ικανότητα την αρχική της προέλευση, δεδομένου ότι, όταν σήμερα λέμε ύφος, με κανένα τρόπο δεν εννοούμε το ύφασμα.[εκκρεμεί παραπομπή]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]